Κλινικη δερματολογια - αφριδισιολογια

Κύστες

Κύστες

Τα κυστικά μορφώματα είναι συχνό αίτιο ιατρικής επίσκεψης. Πρόκειται για εξογκώματα που εμφανίζονται κάτω από το δέρμα στο πρόσωπο, στο σώμα ή στο τριχωτό. Οι συχνότερες κύστες είναι οι επιδερμοειδείς ή σμηγματογόνες , οι τριχικές και οι δερμοειδείς κύστεις.

κύστη

Οι σμηγματογόνες κύστες είναι ογκίδια με σαφή όρια που δημιουργούνται από εκφύλιση και απόφραξη των σμηγματογόνων αδένων του δέρματος. Αποτελούνται από ένα μεμβρανώδη σχηματισμό στην περιφέρεια της βλάβης που αποτελεί την κάψα και μέσα σε αυτή περιέχεται ένα κρεμώδες περιεχόμενο που έχει τυρώδη σύσταση και δυσάρεστη οσμή.

 

Συνήθως οι σμηγματογόνες κύστες εμφανίζονται σα μεμονωμένες βλάβες σε κάποιο σημείο του σώματος. Οι συνηθέστερες περιοχές εντόπισής τους είναι το πρόσωπο, οι λοβοί των αυτιών, η ράχη και ο αυχένας και λιγότερο συχνά τα άνω και κάτω άκρα.  Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις που μπορεί να εμφανιστούν περισσότερες από μια βλάβες. Πολύ συχνά παρουσιάζονται σε άτομα με κυστική ακμή.

 

Τα βασικά χαρακτηριστικά τους είναι το ομαλό ωοειδές σχήμα, η  μαλακή υφή, το γεγονός ότι δεν εμφανίζουν συμπτώματα όπως κνησμό, αιμορραγία ή πόνο και  επίσης είναι βλάβες κινητές που δεν προσφύονται σταθερά στους υποκείμενους ιστούς.

 

Στις περιπτώσεις που οι κύστες αυτές δε φλεγμαίνουν το πρόβλημα που προκαλούν είναι κυρίως αισθητικής φύσεως. Στην περίπτωση όμως φλεγμονής απαιτείται άμεση παροχέτευση του περιεχομένου και αντιβιοτική αγωγή. Οι σμηγματογόνες κύστες δεν υποστρέφουν και δεν υποχωρούν με θεραπευτική αγωγή. Η αντιμετώπιση των κύστεων αυτών γίνεται με χειρουργική αφαίρεση. Γίνεται πλήρης χειρουργική εκτομή ολόκληρης της κύστης γιατί αν παραμείνει οποιοδήποτε τμήμα του κυστικού τοιχώματος η κύστη μπορεί να υποτροπιάσει.

 

Οι τριχικές ή τριχειλληματικές κύστες είναι κλινικά παρόμοιες με τις επιδερμοειδείς κύστεις εκτός από το ότι περίπου το 90% των τριχικών κύστεων εμφανίζονται στο τριχωτό της κεφαλής και πιο σπάνια στο πρόσωπο, στον κορμό και στα άκρα. Η κληρονομικότητα είναι συνήθης. Οι βλάβες τείνουν να είναι πιο ευκίνητες και πιο συμπαγείς σε σχέση με τις επιδερμοειδείς κύστες. Το κυστικό περιεχόμενο είναι ομοιογενές και συνήθως αποτιτανώνεται. Η αντιμετώπιση των κύστεων αυτών γίνεται με χειρουργική αφαίρεση. Γίνεται πλήρης χειρουργική εκτομή ολόκληρης της κύστης γιατί αν παραμείνει οποιοδήποτε τμήμα του κυστικού τοιχώματος η κύστη μπορεί να υποτροπιάσει.

 

Οι δερματικές δερμοειδείς κύστες προκαλούνται από τοπικές ανωμαλίες της της εμβρυικής ανάπτυξης και εμφανίζονται κατά μήκος των ζωνών εμβρυικής σύγκλεισης. Στο πρόσωπο εμφανίζονται  συνήθως πάνω από το  έξω άκρο του φρυδιού, κατά μήκος της μέσης γραμμής του μετώπου και στη ρίζα της μύτης. Μπορεί επίσης να ανευρεθούν στο θώρακα, στη ράχη, την κοιλιά και περιπρωκτικά. Οι βλάβες συνήθως παρουσιάζονται κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής αν και μόνο το 70 % των βλαβών ‘εχουν αναγνωριστεί μέχρι την ηλικία των 5 ετών. Η τυπική βλάβη έχει διάμετρο από λίγα χιλιοστά μέχρι αρκετά εκατοστά και εντοπίζεται στο υποδόριο λίπος. Δεδομένου ότι η δερμοειδής κύστη μπορεί να συνδέεται με υποκείμενες δομές συχνά χρειάζεται περαιτέρω έλεγχος πχ αξονική ή μαγνητική τομογραφία.